Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βελούδινος  
επίθετο

1 di vellu`to
2 ((figurato)) velluta`to βελούδινο βλέμμα==sguardo vellutato | βελούδινη φωνή==voce vellutata

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βελουδένιος βελούδο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---