Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαζύγιαστος
επίθετο variante di [αζύγιστος ^-η, -ο^] αζύγιστος επίθετο 1 non pesa`to 2 ((figurato)) sconsidera`to; impondera`to; non soppesa`to permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |