Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαξιοπρέπεια
ουσιαστικό θηλυκό dignità ~f~ η ανθρώπινη αξιοπρέπεια==la dignità della persona umana | δεν έχει ίχνος αξιοπρέπειας==non ha un briciolo di dignità permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |