Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άστερχτος
επίθετο

variante di [άστεργος]

άστρεγος
επίθετο

variante di [άστεργος]

άστρεχτος
επίθετο

variante di [άστεργος]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αστεροσκοπείο αστή  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---