Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόασταθέστατος
επίθετο superlativo di [ασταθής] ασταθέστερος επίθετο comparativo di [ασταθής] ασταθής επίθετο insta`bile; varia`bile; mute`vole; incosta`nte; volu`bile ασταθής ισορροπία==equilibrio instabile | ασταθής καιρός==tempo mutevole, variabile | ασταθής χαρακτήρας==carattere volubile permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |