Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαρτοπώλης
ουσιαστικό αρσενικό 1 forna`io ~m~ 2 panettie`re ~m~ αρτοπώλις ουσιαστικό θηλυκό forma arcaica di [αρτοπώλισσα ^-ας, η^] αρτοπώλισσα ουσιαστικό θηλυκό 1 femminile di [αρτοπώλης ^-η, ο^] 2 forna`ia ~f~; panettie`ra ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |