Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αθεώρητος  
επίθετο

non vidima`to; non autentica`to; non vista`to προσπάθησε να περάσει τα σύνορα με αθεωρητο διαβατήριο==cercò di passare il confine col passaporto non vistato | αθεώρητο πιστοποιητικό==documento non vidimato

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αθέτωσις αθημώνιαστος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---