Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απροσκάλεστος
επίθετο

lo stesso che [απρόσκλητος ^-η, -ο^]

απρόσκλητος  
επίθετο

non invita`to πήγε απρόσκλητος στη δεξίωση==andò al ricevimento senza essere stato invitato

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απρόσιτος απρόσκοπτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---