Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απρόσιτος  
επίθετο

1 impe`rvio; inaccessi`bile απρόσιτες βουνοκορφές==cime impervie
2 persona inaccessi`bile; inabborda`bile
3 cosa inavvicina`bile; inabborda`bile; inaccessi`bile; troppo costo`so τιμές απρόσιτες για τον πολύ κόσμο==prezzi inaccessibili ai più
4 ((figurato)) inaccessi`bile; incomprensi`bile; oscu`ro απρόσιτες φιλοσοφικές έννοιες==concetti filosofici incomprensibili

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απροσήγορος απροσκάλεστος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---