Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αποθυμένα
ουσιαστικό ουδέτερο πληθυντικός

βγάζω τα απωθημένα μου==dar sfogo ai propri sentimenti repressi, sfogarsi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αποθυμάμαι αποθυμιά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---