Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αποκρούω  
ρήμα μεταβατικό

1 respi`ngere; allontana`re απέκρουσαν τις εχθρικές επιθέσεις==hanno respinto gli attacchi del nemico
2 respi`ngere; rintuzza`re; contesta`re
3 respi`ngere; confuta`re αποκρούω τα επιχειρήματα κάποιου==confutare le argomentazioni di qualcuno
4 respi`ngere; rifiuta`re; ricusa`re αποκρούω μια προσφορά==rifiutare un'offerta

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απόκρουφος αποκρύβω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---