Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαποκατάσταση
ουσιαστικό θηλυκό 1 ripri`stino ~m~; ristabilime`nto ~m~; restaurazio`ne ~f~ η αποκατάσταση της δημοκρατίας==ristabilimento della democrazia || restaurazione della repubblica | αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας==ristabilimento della verità storica 2 sistemazio`ne ~f~ (econo`mica) 3 il marita`re ~m~; l'ammoglia`re ~m~; l'accasa`re ~m~ 4 reintegrazio`ne ~f~; riabilitazio`ne ~f~ η αποκατάσταση των ζημιών==la reintegrazione dei danni | αποκατάσταση πτωχεύσεως==riabilitazione di un fallito | πρόγραμμα αποκατάστασης ατόμων με ειδικές ανάγκες==programma di riabilitazione per handicappati permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |