Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαποδομένος
επίθετο participio passato del verbo [αποδίδω] αποδοσμένος επίθετο 1 variante di [αποδομένος] 2 participio passato del verbo [αποδίνω] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |