Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απέραντος  
επίθετο

imme`nso; infini`to; sconfina`to το απέραντο διάστημα==lo spazio infinito | απέραντη πεδιάδα==pianura sconfinata

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απεραντολογώ απεραντοσύνη  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---