Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αοριστία  
ουσιαστικό θηλυκό

vaghe`zza ~f~; indeterminate`zza ~f~

αοριστίες
ουσιαστικό θηλυκό πληθυντικός

paro`le ~fp~ va`ghe; disco`rso ~m~ fumo`so

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αόριστα αοριστολογία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---