Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντιστηρίζω  
ρήμα μεταβατικό

puntella`re αντιστηρίζω έναν ετοιμόρροπο τοίχο==puntellare un muro pericolante

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντιστήριγμα αντιστήριξη  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---