Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντίθετος  
ουσιαστικό αρσενικό

1 contra`rio; oppo`sto; antite`tico αντίθετες απόψεις==opinioni antitetiche | αποτέλεσμα αντίθετο του αναμενομένου==risultato contrario alle aspettative | το αντίθετο ρεύμα της κυκλοφορίας==la corsia opposta
2 contra`rio; avve`rso είναι αντίθετος σ' αυτό το γάμο==è contrario a questo matrimonio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντιθετικότητα αντιθέτω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---