Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντίποδας  
ουσιαστικό αρσενικό

l'opposto ~m~; il diverso ~m~

αντίποδες
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός

geografia gli antipodi ~mp~

αντίπους
ουσιαστικό αρσενικό

forma arcaica di [αντίποδας]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντιπλοίαρχος αντιποίηση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---