Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντίδωρο  
ουσιαστικό ουδέτερο

ecclesiastico pezzo ~m~ di pane benede`tto che viene distribui`to dopo la messa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντιδρών αντιεισαγγελέας  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---