Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόανεπιτήδευτος
επίθετο non affetta`to; non ricerca`to; sponta`neo; natura`le ανεπιτήδευτο φέρσιμο==comportamento non affettato | ανεπιτήδευτος ύφος==stile non ricercato permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |