Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άναυδος  
επίθετο

muto; ammutoli`to; esterrefa`tto; sbalordi`to; strabilia`to η ερώτησή του με άφησε άναυδο==la sua domanda mi ha lasciato esterrefatto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ανατύπωση αναφαίνομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---