Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αναφερόμενος  
επίθετο

1 participio passato del verbo [αναφέρω]
2 menziona`to
3 pertine`nte
4 refere`nte
5 riguarda`nte

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αναφέρομαι αναφέρω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---