Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αμφιρρεπέστατος
επίθετο

superlativo di [αμφιρρεπής]

αμφιρρεπέστερος
επίθετο

comparativo di [αμφιρρεπής]

αμφιρρεπής  
επίθετο

1 equi`voco
2 ince`rto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Αμφίπολις αμφιρρέπω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---