Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αμείλικτα  
επίρρημα

1 rigidame`nte
2 spietatame`nte
3 truceme`nte

αμείλιχτα
επίρρημα

variante di [αμείλικτα]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  άμεικτος αμείλικτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---