Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ακριβός  
επίθετο

1 costo`so; caro ένα ακριβό κόσμημα==un gioiello costoso
2 ((figurato)) caro; ama`to; dile`tto ακριβό μου παιδί==mio figlio adorato

ακριβότατος
επίθετο

superlativo di [ακριβός]

ακριβότερος
επίθετο

comparativo di [ακριβός]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ακριβοπουλώ ακριβοταΐζω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---