Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ακατεδάφιστος  
επίθετο

1 non abbattu`to; non demoli`to
2 che non si può abba`ttere o demoli`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ακατέβατος ακατέργαστος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---