Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αγιοποιώ  
ρήμα μεταβατικό

1 innalza`re all'ono`re degli alta`ri
2 canonizza`re
3 sacralizza`re
4 santifica`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγιοποίησις Αγιορείτης  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---