Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αφυδατώνομαι
ρήμα παθητικό

disidrata`rsi αφυδατώθηκε το δέρμα μου==mi si è disidratata la pelle

αφυδατώνω  
ρήμα μεταβατικό

disidrata`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αφυδατωμένος αφυδάτωση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---