Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαδικαιολόγητος
επίθετο 1 ingiustifica`to αδικαιολόγητη απουσία==assenza ingiustificata 2 ingiustifica`bile; imperdona`bile αδικαιολόγητο λάθος==errore imperdonabile | αδικαιολόγητη καθυστέρηση==ritardo ingiustificabile permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |