Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αδιάθετος  
επίθετο

1 πρόσωπο indispo`sto; colto da malo`re είναι λίγο αδιάθετος==è leggermente indisposto
2 χρήματα non investi`to
3 χρήματα non disponi`bile
4 εμπορεύματα invendu`to αδιάθετο εμπόρευμα==merce invenduta
5 diritto intesta`to; che non ha fatto testame`nto πέθανε αδιάθετος==è morto senza testamento

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αδιαθεσία αδιαθετώ  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---