Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›αβερτοσύνη

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

αβερτοσύνη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 galanteri`a ~f~
2 generosità ~f~
3 grande`zza ~f~
4 larghe`zza ~f~
5 liberalità ~f~
6 magnifice`nza ~f~
7 munifice`nza ~f~

permalink
‹ αβέρτος
Αβησσυνή ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

αβεβήλωτος [επίθ.]
αβέλτερος [επίθ.]
αβελτηρία {αβελτηριώ...
αβέρτα [επίρ.]
αβέρτος [επίθ.]
αβερτοσύνη [θηλ.ουσ]
Αβησσυνή [θηλ.ουσ]
Αβησσυνός [ουσ αρσ ]
αβίαστα [επίρ.]
αβίαστος [επίθ.]
αβίδωτος [επίθ.]
αβιογένεση {-ης κ. -έ...
άβιος [επίθ.]
αβιταμίνωση {-ης κ. -ώ...
αβιτζής [ουσ αρσ ]
αβίωτος [επίθ.]
αβλαβέστατος [επίθ.]
αβλαβέστερος [επίθ.]
αβλαβής {αβλαβ-ούς...
άβλαβος [επίθ.]


{{ID:ABERTOSYNH100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti