Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrireattóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [trireatˈtore] αεροσκάφος με τρεις κινητήρες τζετ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |