Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtabulatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [tabulaˈtore] 1 πλήκτρο διάταξης σε στήλες 2 στηλογνώμονας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |