ItalianoGreco


sottofondazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [sottofondatˈtsjone]

1 εργασίες προετοιμασίας θεμελίωσης
2 έδαφος προσαρμοσμένο για θεμελίωση
3 ενίσχυση θεμελίων
4 έδραση
5 θεμελίωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---