Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsmussaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [zmussaˈmento] 1 μαλάκωμα 2 εξομάλυνση 3 στρογγύλεμα 4 ξάκρισμα 5 περιποίηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |