Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsfilàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [sfiˈlare] παρελαύνω sfilàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [sfiˈlare] (vestito, scarpe) βγάζω sfilarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [sfiˈlarsi] 1 βγαίνω από τη βελόνα (για κλωστή) 2 ξηλώνομαι 3 βγαίνω (για χάντρες από κλωστή) 4 ξηλώνομαι (για κάλτσα) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |