ItalianoGreco


sfarinàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [sfariˈnare]

1 γίνομαι σαν αλεύρι
2 κονιορτοποιούμαι

sfarinàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [sfariˈnare]

1 κάνω σκόνη
2 μεταβάλλω σε σκόνη
3 αλευροποιώ
4 κονιορτοποιώ
5 κονιοποιώ

sfarinàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [sfariˈnarsi]

1 γίνομαι σαν αλεύρι
2 κονιορτοποιούμαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---