ItalianoGreco


sedicèsimo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [sediˈʧɛzimo]

1 χαρτί τμήμα 1/16 φύλλου
2 δέκατο έκτο

sedicèsimo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [sediˈʧɛzimo]

δέκατος (-η, -ο) έκτος (-η, -ο)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---