Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscolarésco
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [skolaˈresko] 1 ο της σχολικής ηλικίας 2 ο του μαθητόκοσμου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |