Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrapacità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [rapaʧiˈta] 1 αρπακτικότητα 2 πλεονεξία 3 αχορτασιά 4 απληστία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |