Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόquadripòrtico
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,kwadriˈpɔrtiko] 1 τοξωτό και με κίονες προπύλαιο 2 προστέγασμα με 4 πλευρές permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |