Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόquadrellatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kwadrellaˈtura] 1 πλέγμα 2 χωρισμός σε τετράγωνα 3 τετραγωνισμός χαρτιού ή χάρτη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |