Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόónda
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈonda] το κύμα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαandare in onda = βγαίνω στον αέρα || ράδιο, τηλεόραση mandare in onda = radio, tv βγάζω στον αέρα || mettere in onda = εκπέμπω Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |