Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ogìva  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [oˈʤiva]

1 οξύ διαγώνιο γοτθικό τόξο
2 λογχοειδής σχηματισμός στρατιωτικός
3 οξύ γοτθικό τόξο
4 οξύληκτο αρχιτεκτονικό τόξο
5 ψαλίδι (αρχιτεκτονική)
6 λογχοειδές τόξο


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  oggigiorno ogivale  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

oggettuale (επίθ.)
oggi (ουσ αρσ )
oggi (επίρ.)
oggidi (ουσ αρσ )
oggigiorno (επίρ.)
ogiva (θηλ.ουσ)
ogivale (επίθ.)
ogni (οριστ. επίθ.)
ogniqualvolta (σύνδ.)
ognissanti (ουσ αρσ )
ognora (επίρ.)
ognuno (αντων.)
oh (επιφ.)
ohe, ohé (επιφ.)
ohi (επιφ.)
ohimè (επιφ.)
ohm (ουσ αρσ )
ohmetro (ουσ αρσ )
ohmico (επίθ.)
ohmmetro (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---