Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόoggètto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [odˈʤɛtto] το αντικείμενο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαoggetti [αρσ. πλυθ.] smarriti = τα απολεσθέντα αντικείμενα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |