Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnòbile
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈnɔbile] ο ευγενής nòbile ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈnɔbile] 1 ευγενής κυρία 2 αριστοκράτισσα nòbile επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈnɔbile] ευγενής (-ής, -ές) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |