Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmalaccortézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [malakkorˈtettsa] 1 απρονοησία 2 αμέλεια 3 έλλειψη επαγρύπνησης 4 αδιακρισία 5 απερισκεψία 6 απροσεξία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |