Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmaiàle
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [maˈjale] 1 zoologia το γουρούνι 2 (carne) το χοιρινό permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcarne [θηλ.] di maiale = το χοιρινό κρέας Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |