leggìo
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ledˈʤio]
1 αναλόγιο
2 τραπέζι διαβάσματος
3 αναλόγιο ψαλτικής
4 αναλόγιο μουσικής
5 έπιπλο επικλινές για βιβλία
6 αναλόγιο
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ledˈʤio]
1 αναλόγιο
2 τραπέζι διαβάσματος
3 αναλόγιο ψαλτικής
4 αναλόγιο μουσικής
5 έπιπλο επικλινές για βιβλία
6 αναλόγιο
permalink
leggio (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android