Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


irredentìstico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [irredenˈtistiko]

σχετικός με την επανάκτηση χαμένων πατρίδων


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  irredentista irredento  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

irrecuperabile (επίθ.)
irrecuperabilità (θηλ.ουσ)
irrecusabile (επίθ.)
irredentismo (ουσ αρσ )
irredentista (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
irredentistico (επίθ.)
irredento (αρσ. επίθ και ουσ)
irredimibile (επίθ.)
irredimibilità (θηλ.ουσ)
irrefrenabile (επίθ.)
irrefrenabilità (θηλ.ουσ)
irrefutabile (επίθ.)
irrefutabilità (θηλ.ουσ)
irreggimentare (ρ. μτβ.)
irregolare (αρσ. επίθ και ουσ)
irregolari (ουσ αρσ πληθ.)
irregolarità (θηλ.ουσ)
irreligione (θηλ.ουσ)
irreligiosità (θηλ.ουσ)
irreligioso (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---